Από την Έμμυ Χριστούλα
Σαν την Αντιγόνη, που δεν ανήκε ούτε στους θνητούς, μα ούτε και στους πεθαμένους, η αριστερά επέστρεψε στο χώρο της, στο κέντρο του σκηνικού, στο κέντρο της...
ανθρώπινης ιστορίας, διεκδικώντας όχι μια επιτύμβια ανθοδέσμη , αλλά τη ζωτική της συνέχεια. Ήξερε η αριστερά, σοφή από τον πόνο της, ότι με “ορισμένες λέξεις – κλειδιά θα μπορούσε να αναβιώσει ένα νέο συλλογικό όνειρο”.
Η επιστροφή της τρομοκράτησε αυτούς που ήταν βέβαιοι ότι οι τελευταίοι ανταρτοκομμουνιστές σκοτώθηκαν ή πέρασαν στο παραπέτασμα τέλη του 49 και άρα η παρουσία της είναι ένα “ιστορικό λάθος”.
Συνέβη όμως δάσκαλε και κάτι άλλο, κάτι ακατανόητο.
Ο Βιομήχανος, ο Στρατιωτικός, ο Πολιτευτής, ο Εκδότης, οι δικοί σου κυνηγοί που τρόμαξαν για την ασθμαίνουσα ιστορία που δημιούργησαν, αντικαταστάθηκαν από εμάς τους αριστερούς που τρομάξαμε για την ιστορία που έπρεπε να υπερασπιστούμε.
Τρομάξαμε ακόμη περισσότερο την προβολή της στο μέλλον. Σταθήκαμε πολύ μπόσικοι στο ερώτημα "θέλουμε πραγματικά να κάνουμε αυτό που τόσα χρόνια λέμε ότι θέλουμε να κάνουμε;" Και αυτή η ευθύνη μας βαραίνει όλους.
Έτσι Αλέξη δεν είναι ότι δε σου συγχωρώ που αφελώς και αδιάβαστος -κυριολεκτώ– πίστεψες ότι η ισχύς του δικαίου θα κατατροπώσει την ισχύ της δύναμης.
Σε συγχωρώ, με την υποσημείωση όμως ότι επικίνδυνος δεν είναι μόνον όποιος σε ρίχνει στο λάκκο με τα φίδια, αλλά και όποιος με βεβαιότητα πιστεύει ότι ο λάκκος δεν έχει φίδια. Δεν είναι που δε σου συγχωρώ ότι ως συνέπεια της παραπάνω επικίνδυνης αφέλειας δεν είχες κανένα σχέδιο διαπραγμάτευσης.
Σε συγχωρώ με την υποσημείωση όμως ότι θα έπρεπε να ξέρεις ότι το ευρωπαικό διευθυντήριο είναι “δράκος οπίσω, λέοντας εμπρός”, ότι θα βρισκόσουν απροστάτευτος στις πιο αντίξοες συνθήκες και άρα θα έπρεπε να ήσουν πανέτοιμος ακόμη και για λύσεις εν πτήσει σε αχαρτογράφητες πορείες.
Δεν είναι που δε σου συγχωρώ ότι στις 3 του Ιούλη στην πλατεία Συντάγματος, μάταια τελικά το ταχυπαλμικό μας ΟΧΙ κατέβηκε, σα μια ιδιότυπη νέκυια, στον Χριστούλα, αφού στις 6 Ιούλη ενέπαιξες τη δυνατότητα και τη δικαιοδοσία της απόφασής μας. Σε συγχωρώ με την υποσημείωση όμως ότι οι νεκροί βοήθησαν τον Οδυσσέα να φτάσει στην Ιθάκη.
Δεν είναι που δε σου συγχωρώ την απελπισία που προκαλείς στον Μορέττι: ΄΄ Αλέξη πες κάτι αριστερό ρε γαμώτο!΄΄Σε συγχωρώ με την υποσημείωση όμως ότι η γλώσσα είναι η λειτουργία η οποία καθιστά υπαρκτό αυτό που δεν υπάρχει. Για αυτό έχει τρομακτική ισχύ, είναι δημιουργός, δημιουργεί το ον.
Εκείνη η γλώσσα σε δημιούργησε Αλέξη…
Δεν είναι που δε σου συγχωρώ την πλήρη γραφειοκρατικοποίηση του κόμματος, την αποστράγγισή του από κάθε έννοια δημοκρατικής λειτουργίας.
Σε συγχωρώ με την υποσημείωση όμως ότι σε τούτη την ασύμμετρη μάχη θα έπρεπε να γνωρίζεις την γκραμσιανή λογική : ενώνουμε, διαρθρώνουμε, προωθούμε.
Δεν είναι που δε σου συγχωρώ που ποτέ δεν έθεσες την παλιά ερώτηση ”Και τώρα τι κάνουμε”;
Σε συγχωρώ με την υποσημείωση όμως ότι θα έπρεπε να ξέρεις τις απαντήσεις που δίναμε παλιότερα και κυρίως να γνωρίζεις ότι οι απαντήσεις μας ήταν ανεπαρκείς.
Δεν είναι που δε σου συγχωρώ την καταρράκωση της Δημοκρατίας. Σε συγχωρώ με την υποσημείωση όμως ότι θα έπρεπε να την αντιλαμβάνεσαι όχι ως μία απλή θεσμική υποχρέωση, αλλά ως αξία, ως οργανωτική αρχή της κοινωνίας, ως πράξη, δράση και κυρίως συμμετοχή.
Δεν είναι που δε σου συγχωρώ το φτηνό πόλεμο απέναντι σε πρόσφατους συντρόφους σου, με συμμάχους τους πάλαι ποτέ εχθρούς σου. Σε συγχωρώ με την υποσημείωση όμως ότι ο αριστερός έναντι του ήθους της αριστεράς δεν είναι απλώς φορέας, αλλά το ηθικό υποκείμενο των δράσεών του.
Δεν είναι που δε σου συγχωρώ ότι δε ζήτησες συγγνώμη. Σε συγχωρώ με την υποσημείωση όμως ότι στη θεωρία της σύγκρουσης, η αυτοκριτική νοείται ως διαρκής επανέλεγχος, ως διόρθωση, αλλά και ως αναγνώριση της πιθανότητας και της πραγματικότητας της απόκλισης .
Δεν είναι που δε σου συγχωρώ ότι δείλιασες, έκανες πίσω, φοβήθηκες. Σε συγχωρώ με την υποσημείωση όμως ότι όταν τα σταθερά περιγράμματα στην τραγωδία διαλύονται, στους τραγικούς ήρωες απομένει κάτι : η αξιοπρέπεια.
Σε συγχωρώ για όλα αυτά Αλέξη. Είναι αυτό που λέει ο ποιητής δικές μου απαιτήσεις όλα αυτά από σένα, ενώ μάντευα τη μικρότητά σου. Ίσως και τη δική μου και για αυτό στις εναπόθεσα.
Είναι όμως κάτι πιο βαθύ που με πληγώνει.Ξέρεις Αλέξη τους πόνους της γης για να γεννήσει ένα στάχυ;Ξέρεις τους πόνους της αιωνιότητας για να γεννήσει ένα τραγούδι;
Κοίτα τον αντάρτη πάνω στο τραπέζι και θα καταλάβεις. Είναι ο παππούς μας που περιπλανήθηκε κυριαρχούμενος από μια εμμονή, χωρίς θέση στον κόσμο, σε μια εξέδρα στα διεθνή ύδατα και μακριά από τον κόσμο των ζωντανών.
Είναι ο πατέρας μας που θεωρήθηκε απροσάρμοστος στη ρητορική τους, αυτή του ήρεμου νοικοκυρεμένου ύπνου.
Είσαι τέλος εσύ, ( τι σύμπτωση Αλέξανδρο τον έλεγαν και το μικρό στο Mεγαλέξαντρο), που σκόρπισες έναν αέρα όλο οξυγόνο, μια νέα οπτική του κόσμου, που θα μπορούσες να γίνεις η ζωντανή πολιτική αρτηρία που διατρέχει το αξίωμα : από τον πόνο στη γνώση.
Αυτό δε θα σου συγχωρήσω ποτέ Αλέξη.
Έφυγαν τόσο χρόνια, μαζί με εκείνα και εκείνους που έφυγαν με τα χρόνια, διανύσαμε τόσους πόνους για να μας πεις ότι οι πυρπολήσεις των ουρανίων είναι περιττές.
Δε με πληγώνει το γκρέμισμα της φιλοσοφίας μας, αυτή ίσως εξαντλήθηκε ιστορικά, πριν την κατάρρευση του ”υπαρκτού σοσιαλισμού”, τότε στην Παρισινή Κομμούνα, που απεδείχθη μια ”οντολογική χίμαιρα”, μια ”ύπαρξη ενός μη υπάρχοντος” για 72 μέρες. Δεν με πληγώνει που δεν μπόρεσες να κάνεις – και δεν ξέρω ποιος θα μπορέσει να το κάνει- μια φιλοσοφική τομή που γκρεμίζει την τάξη τους, που εντοπίζει το πραγματικό και εγκαθιδρύει την υπόσχεσή του.
Και δε με εκπλήσσει που εις το όνομα της εγγυημένης ΄΄τάξης΄΄ τους, υπονόμευσες το δικαίωμα της ιστορικής έκπληξης.
Είναι αυτό το πολιτικό σου εγώ που, στις πιο χαμηλές πολιτικές θερμοκρασίες, διαστέλλεται και καταλαμβάνει θέση θεωρίας και οδηγού δράσης μαζί : "αφού δεν μπόρεσα εγώ, δε γίνεται αλλιώς"
Αυτή είναι η παρακαταθήκη σου Αλέξη. Αυτό το αποτύπωμα αφήνεις στο ημερολόγιο του 2015, από το οποίο ξέρεις θα μπορούσε ίσως να ξεκινήσει μια επανάσταση σε ένα κάποιο δυστοπικό μέλλον.
Κληροδοτείς μια εμπειρία που δομεί το ιστορικό περιβάλλον του αναπόδραστου, μη επιτρέποντας ούτε ένα ανεξάρτητο, ένα ελεύθερο όνειρο, από αυτά που σήμερα εγγράφονται στη σφαίρα της ουτοπίας για να επιδιώξουν κάποτε την ιστορική τους επικύρωση.
Και αναλαμβάνεις εσύ πια να κουβαλήσεις στην κουβέρτα το σώμα του αντάρτη, να τον ενταφιάσεις, σπρώχνοντας με τα χέρια σου το χιόνι που βρίσκεται γύρω από το πτώμα. Το τελευταίο χιόνι πάνω στην πληγή.
Ήχος αναιδής το λαχάνιασμα της πολιτικής σου νεύρωσης.
Και ο χώρος βρίσκει και πάλι μια λευκότητα χωρίς διακοπή…
Κι εμείς σκόρπιοι, συντετριμμένοι, και κάποιοι τρελοί, που υπάρχει μέσα τους μια σκοτεινή ελπίδα, σηκώνονται και φωνάζουν ΄΄ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ!΄΄ μήπως και διαρρήξουν την αδιατάρακτη λευκότητα. Μαζί τους!
Πηγή